TuneList - Make your site Live

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

Περί Ωραιοκάστρου ο λόγος...

Το Ωραιόκαστρο είναι από τους μεγαλύτερους δήμους της Κεντρικής Μακεδονίας. Περιλαμβάνει το Ωραιόκαστρο, τη Μυγδονία (Λητή, Δρυμό, Μελισσοχώρι), τον Πεντάλο, τη Νεοχωρούδα, τη Νέα Φιλαδέλφεια. Η σύσταση του πληθυσμού φυσικά ποικίλει. Ντόπιοι, πόντιοι, αγρότες, κτηνοτρόφοι, νεόπλουτοι την εποχή του '90, μεταφορά πληθυσμού από το αστικό κέντρο (με τις αντιπαροχές) από το 2000 και μετά. 

Μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Πολιτικά η περιοχή δε διαφέρει σημαντικά από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Οι δηλώσεις του δημάρχου για προτροπή σε ρατσιστική βία και οι αποφάσεις 2 συλλόγων γονέων και κηδεμόνων που αρνούνται τα προσφυγόπουλα στα σχολεία και απειλούν με κατάληψη σε αντίθετη περίπτωση έχουν κάνει το Ωραιόκαστρο πρώτη είδηση. 

Τη συνέχεια την ξέρουμε. Κατακραυγή πανελλαδικά, ακόμα και η Ν.Δ. άδειασε το δήμαρχο και φυσικά το μόνο κόμμα που στήριξε ξεκάθαρα την απόφαση των συλλόγων είναι η νεοναζιστική οργάνωση της Χ.Α.. 

Ας τα αφήσουμε όμως λίγο αυτά και ας δούμε τη δική μας ευθύνη σύντροφε. Μια περιοχή 30.000 ανθρώπων είναι δύσκολο να μην έχει ανθρώπους που συμμετέχουν στα κινήματα, που είναι ενεργά μέλη τους. Και από προσωπική εμπειρία γνωρίζω αρκετά άτομα που συμμετέχουν με συνέπεια στις κινηματικές διαδικασίες και είναι από το Ωραιόκαστρο. 

Υπάρχει όμως αυτή η τάση να βλέπεις να βλέπεις ανθρώπους να συμμετέχουν στα κινηματικά μέσα στις μητροπόλεις και να σνομπάρουν αφήνοντας στην τύχη τους τις τοπικές κοινωνίες. Πόσες φορές έχω ακούσει τη φράση "α εκεί στο χωριό είναι όλοι φασίστες, είναι ακροδεξιοί". Ναι, είναι. Γιατί τους έχουμε αφήσει το χώρο να εκφράζονται χωρίς αντίλογο, χωρίς συνέπειες. Γιατί τα βρίσκουμε εύκολα στη μητροπολίτικη δράση μας, στα καφενεία μας, στα κοινωνικά μας κέντρα, αλλά είναι δύσκολο να ορθώσουμε λόγο μέσα σε ένα χωριό ή σε μια κοινωνία όπως του Ωραιοκάστρου. Θέλουμε να κάνουμε επανάσταση, να αλλάξουμε τον κόσμο ολόκληρο, αλλά το να αλλάξουμε ένα χωριό ή μια τοπική κοινωνία μας είναι δύσκολο...

Να στο πω απλά σύντροφε και συντρόφισσα. Όσο δεν οργανωνόμαστε εμείς, τόσο οι ξενόφοβοι, οι φασίστες και οι νεοναζί θα καλύπτουν τα κενά μας στις τοπικές κοινωνίες. Τόσο θα ξερνάει λόγια μίσους ο κάθε ξενόφοβος δήμαρχος.

Για αυτό ας αφήσουμε τους αφορισμούς ολόκληρων τοπικών κοινωνιών και ας αναλογιστούμε τις ευθύνες μας. Ας σκεφτούμε γιατί δώσαμε τόσο χώρο στους εχθρούς της ελευθερίας.  Και ας οργανωθούμε επιτέλους, ώστε την επόμενη φορά να μην είναι μόνη της η μαία. Ας οργανωθούμε, ώστε να είμαστε πολλοί και πολλές. Και το ξέρω ότι είμαστε. 

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Λίγο γάλα

Πήγα να αγοράσω γάλα από αυτά τα καινούρια αυτόματα μηχανήματα στο κέντρο της πόλης. Μια μικροκαμωμένη καθόταν υπομονετικά δίπλα από αυτά. Τη ρώτησα αν θέλει γάλα. Το πρόσωπό της φωτίστηκε απότομα. Της έδωσα το μπουκάλι. Με ευχαρίστησε τρις, ήπιε μια γουλιά και έτρεξε σε ένα καρότσι παραδίπλα. Ένα μικρό κεφαλάκι δέχτηκε χωρίς παράπονο το κρύο γάλα. Στο νου μου ήρθε η τελευταία σκηνή από "Τα Σταφύλια της Οργής" του Στάινμπεκ και θόλωσε η ματιά μου.

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Πες μου τι ζηλεύεις

Έλα μικροαστούλη μου. Πες μου τι ζηλεύεις.
Πες μου τι ζηλεύεις σε ένα 20χρονο παιδί που πεθαίνει μέρα με τη μέρα.
Τι ζηλεύεις και σου βγαίνει η κακία.
Έλα πες. Τι ζηλεύεις.

Ζηλεύεις που στα 15 του, του σκότωσαν το φίλο μπρος στα μάτια του; Όχι δε νομίζω να το ζηλεύεις αυτό...

Ζηλεύεις που είναι από καλή οικογένεια; Ναι, το ζηλεύεις. Εσύ θα γύριζες στη Μύκονο με τα κάμπριο στη θέση του. Δε θα σε βασάνιζαν αστυνομικοί στο τμήμα. Ζηλεύεις γιατί πέταξε στα σκουπίδια αυτό που είναι το όνειρό σου.

Ζηλεύεις που έχει τόσους φίλους; Ναι, το ζηλεύεις. Ζηλεύεις που κάποιες χιλιάδες φωνάζουν για αυτόν. Επειδή εσύ είσαι ανύπαρκτος πίσω από το κουτί της τηλεόρασης.

Ζηλεύεις που κάνει απεργία πείνας; Ναι. Αυτό και αν δεν το ζηλεύεις. Γιατί εσύ αγαπάς τόσο τον εαυτούλη σου που ούτε στιγμή θα το σκεφτόσουν. Ζηλεύεις γιατί αυτός κάνει βήματα προς το θάνατο για το δίκιο του, ενώ εσύ για το δίκιο σου στην καλύτερη βρίζεις την κυβέρνηση μέσα στο καφενείο.

Τρίτη 6 Μαΐου 2014

Δημοκρατία ή Κοινοβουλευτισμός;


Ώστε η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να εμφανίζεται σαν φατρία. 
Αυτό που ονομάζουμε κυβέρνηση είναι απλώς η νικηφόρα φατρία
 και στο γεγονός ακριβώς ότι είναι φατρία βρίσκεται αμέσως η αναγκαιότητα παρακμής της. 
Και αντίστροφα, το γεγονός ότι βρίσκεται στην κυβέρνηση την καθιστά φατρία και ένοχη… 

Χέγκελ


Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική πολιτική σκέψη, τα πολιτεύματα χωρίζονται σε δημοκρατικά και μη δημοκρατικά. Η βασική τους διαφορά έγκειται στο ότι στα δημοκρατικά οι πολίτες δεν χωρίζονται σε άρχοντες και αρχόμενους, ενώ στα μη δημοκρατικά υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός.

Στις μέρες μας θεωρείται δεδομένο, σχεδόν απ’ όλους, ότι το πολίτευμα που επικρατεί στις χώρες του λεγόμενου «ανεπτυγμένου» κόσμου είναι η Δημοκρατία. Κάθε τέσσερα χρόνια οι υπήκοοι (γιατί θα ήταν ειρωνεία να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη πολίτες) καλούνται να ασκήσουν το «ύψιστο», υποτίθεται, δικαίωμά τους. Να εκλέξουν τους αντιπροσώπους τους. Κι αυτό το δικαίωμα εκλογής αντιπροσώπων θεωρείται λίγο πολύ απ’ όλους ως η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των δημοκρατικών και μη δημοκρατικών πολιτευμάτων.

Μια ματιά όμως στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς –τους οποίους οι νεοέλληνες επικαλούνται μόνο για να κομπάσουν ρατσιστικά για το ότι είναι «απόγονοί» τους, και ποτέ δεν μπαίνουν στον κόπο να τους διαβάσουν- αρκεί για να μας πείσει ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.

Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του (Α, 1252a, 15-16) λέει: «Κατά μέρος άρχων και αρχώμενος, πολιτικόν» (δηλαδή, το να υπάρχει εκ περιτροπής, με σειρά, άρχοντας και αρχόμενος είναι χαρακτηριστικό πολιτικό). Και παρακάτω (Πολιτικά, Ζ, 1317 b, 2-3): «Ελευθερίας εν τω εν μέρει άρχειν και άρχεσθαι» (δηλαδή, ένα χαρακτηριστικό της ελευθερίας είναι το να άρχει και να άρχεται κανείς με τη σειρά του).

Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι και στη Δημοκρατία υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι, οι οποίοι όμως εναλλάσσονται στα αξιώματα. Στη δημοκρατία, δηλαδή, όλοι περνάνε από όλα τα αξιώματα, αλλά δεν κατέχουν κανένα δια βίου, ούτε και το ασκούν κατ’ επάγγελμα.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το κύριο γνώρισμα και η ειδοποιός διαφορά της Δημοκρατίας έναντι των άλλων πολιτευμάτων είναι ότι σ’ αυτήν οι άρχοντες αναδεικνύονται με κλήρωση και όχι με εκλογή. Αυτό μπορεί να σοκάρει τους απληροφόρητους ψηφοφόρους-τηλεθεατές, αλλά ο Αριστοτέλης είναι σαφέστατος (Πολιτικά, Δ, 1294b, 8-9) «Λέγω δ’ οίον δοκεί δημοκρατικόν μεν το κληρωτάς είναι τας αρχάς, το δ’ αιρετάς ολιγαρχικόν». 

Η κλήρωση είναι αυτή που διασφαλίζει ότι δεν θα παγιωθεί ο διαχωρισμός ανάμεσα σε άρχοντες και αρχόμενους (όπως συμβαίνει στα σημερινά καθεστώτα). Υπολογίζεται ότι την εποχή της ακμής της αθηναϊκής Δημοκρατίας περίπου το 97% των αξιωμάτων ήταν κληρωτά· το υπόλοιπο ελάχιστο ποσοστό αφορούσε αξιώματα που απαιτούσαν ειδικές γνώσεις –όπως αυτό των Στρατηγών π.χ- αλλά και πάλι το γεγονός ότι λογοδοτούσαν στον Δήμο και ήταν άμεσα ανακλητοί, αποτελούσε ασφαλιστική δικλίδα ενάντια στην αυθαιρεσία, τη διαφθορά και την εξουσιοφρένια, φαινόμενα τόσο συνηθισμένα σήμερα.

Αλλά και ο Ηρόδοτος στον Διάλογο μεταξύ του Μεγάβυζου (υποστηριχτή της ολιγαρχίας), του Δαρείου (υποστηριχτή της μοναρχίας) και του Οτάνη (υποστηριχτή της Δημοκρατίας) δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. Σχετικά με τα 3 θεμελιώδη χαρακτηριστικά της Δημοκρατίας λέει: 1) «Πάλω εν αρχής άρχει» (δηλαδή, με κλήρο οι αρχές), 2) «υπεύθυνον δε αρχήν έχει» (δηλαδή, ο καθένας πρέπει να λογοδοτεί για κάθε αρμοδιότητα που του ανατέθηκε) και 3) «Βουλεύματα δε πάντα ες το κοινόν αναφέρει» (δηλαδή, κάθε απόφαση λαμβάνεται μετά από δημόσια συζήτηση). Άλλωστε και ο Πλάτωνας (γνωστός πολέμιος της Δημοκρατίας) στην Πολιτεία του στρέφεται εναντίον της ακριβώς επειδή: «εξ ίσου μεταδώσει πολιτείας τε και αρχών» (δηλαδή, όλοι συμμετέχουν εξίσου στη διοίκηση της πόλης) και επιπλέον επειδή: «και ως το πολύ από κλήρων αι αρχαί εν αυτή γίγνονται» (δηλαδή, η διεύθυνση της πόλης βασίζεται, ως επί το πλείστον, στον κλήρο).

Τα σημερινά πολιτεύματα ανενδοίαστα καπηλεύονται το όνομα της Δημοκρατίας, ενώ ουσιαστικά αποτελούν απλώς κοινοβουλευτικά καθεστώτα. Ο κοινοβουλευτισμός -που ξεκίνησε από τη Βρετανία τον 13ο αιώνα και μορφοποιήθηκε κατά τη Γαλλική και την Αμερικάνικη Επανάσταση- ενώ χρησιμοποιεί δημοκρατική φρασεολογία δεν είναι παρά μια μεταμφιεσμένη ολιγαρχία. Υπάρχει μια μικρή, λίγο-πολύ σταθερή, ομάδα –οι άρχοντες- και μια μεγάλη – οι αρχόμενοι. Η συντριπτική πλειοψηφία της δεύτερης ομάδας δεν αναλαμβάνει ποτέ κανένα αξίωμα, παρά μόνο καλείται κάθε τόσο να ανανεώσει εξουσίες που κρατούν χρόνια τώρα. Και η επικρατούσα απάτη μηχανεύεται διάφορους προσδιορισμούς (κοινοβουλευτική, αστική, προεδρευομένη,  δημοκρατία, κλπ,) για να κρύψει το αυτονόητο: ότι η Δημοκρατία ή είναι τέτοια και δεν χρειάζεται κανέναν προσδιορισμό, ή δεν είναι, και όπως κι αν της ονομάσεις το κακό δεν ξορκίζεται. Τι κι αν ρητά αναφέρεται και στον Επιτάφιο του Περικλή ότι: «και όνομα μεν κέκληται δημοκρατία διά το μη οικείν εν ολίγους αλλ’ ες πλείονας», δηλαδή, το πολίτευμά μας ονομάζεται δημοκρατία επειδή η διοίκηση ανήκει στους πολλούς και όχι στους λίγους; [...]

Οι αρχαίοι Έλληνες μάλλον θα μειδιούσαν αν τους παρουσιάζαμε το ανωτέρω πολίτευμα ως δημοκρατικό. Εμείς όμως –ως γνήσιοι απόγονοί τους!- συνεχίζουμε μακάρια να τρώμε κουτόχορτο και να συμμετέχουμε στην παρωδία των εκλογών, στο γελοίο αυτό γαϊτανάκι που εύστοχα ο μεγάλος αναρχικός Πιότρ Κροπότκιν είχε χαρακτηρίσει ως «το παζάρι της ματαιοδοξίας και των συνειδήσεων».



Κώστας Δεσποινιάδης 
(Περιέχεται στο βιβλίο Πόλεμος και Ασφάλεια, εκδ. Πανοπτικόν, 2008)

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Σιρόπι για την ομάδα

15-16 χρονών ήμουν. Ο πατέρας μου είχε αρχίσει να αγχώνεται. Από όλες τις εφημερίδες στο περίπτερο αγόραζα τον "Παοκτσή". Μόνο αυτό διάβαζα. Μπουφάν φλάι, αρβύλες (ως μεταλάς), κονκάρδες του ΠΑΟΚ μαζί με κονκάρδες από μέταλ συγκροτήματα στο μανίκι. Μη φανταστείς καρντάσι μου ότι πήγα σε πολλούς αγώνες. Δεν πρόλαβα. 4-5 να πήγα. Πήγαινα στην 4Α. Από τη στιγμή που ήθελα φανατιλίκια εκεί έπρεπε να πάω. Εκεί γινόταν χαμός. Θα σου πω όμως πώς σταμάτησα να πηγαίνω. Παίζαμε με την ΑΕΚ. Στη θύρα μας πήγαινε από χέρι σε χέρι ένα μεγάλο μπουκάλι. Τσίπουρο ή ούζο ήταν. Κάποια στιγμή μου το πάσαρε ο διπλανός μου. Εγώ τότε δεν έπινα ούτε μπίρα. Αλλά ήπια δυο γουλιές. Αφού ήμουν ένας από αυτούς, δεν μπορούσα να πω όχι. Δε θυμάμαι πόσο έληξε ο αγώνας. Δε θυμάμαι πώς γύρισα σπίτι μου. Θυμάμαι μόνο ότι έβλεπα κάποια στιγμή το γήπεδο να κυματίζει. Ολόκληρο το γήπεδο καρντάσι μου, με το γρασίδι. Θυμάμαι ότι όταν έφτασα σπίτι κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και κλείστηκα στο δωμάτιο και έπεσα στο κρεβάτι. Θυμάμαι ότι το βράδυ δεν κοιμήθηκα, γιατί έβλεπα νάνους να προσπαθούν να ανεβούν στο κρεβάτι μου. Γελάς καρντάσι, ε; Εγώ κόντεψα να τρελαθώ τότε. Μετά από πολλά χρόνια που είπα σε γνωστούς την ιστορία, μου είπαν διάφορες εκδοχές για το τι μπορεί να είχαν βάλει στο μπουκάλι. Σήμερα μετά από κοντά 17-18 χρόνια από τότε έμαθα ότι αυτό το λένε "σιρόπι" οι γηπεδικοί.  Εμένα μου έκανε καλό το περιστατικό. Το σιρόπι όμως του φανατισμού δεν έχει σταματήσει. Καλά κρατεί. Και όσο υπάρχει χούντα θα γίνεται όλο και πιο γλυκό.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Λεκιασμένο σεντόνι

Ήταν το 1998. Πρέπει να ήμουν Β' Λυκείου. Είχα φροντιστήριο στην πόλη αλλά έμενα στο χωριό, οπότε είχα ξεκινήσει το δρόμο του γυρισμού, να πάω δηλαδή προς τα ΚΤΕΛ στο Βαρδάρι. Απορροφημένος στις σκέψεις, σκέψεις ενός εφήβου με ο,τι μπορεί αυτό να περιλαμβάνει, δεν παρατήρησα το πλήθος που είχε μαζευτεί στο πεζοδρόμιο. Έπρεπε να φτάσω αρκετά κοντά για να καταλάβω ότι κάτι συμβαίνει. Αρκετός κόσμος και μπάτσοι παντού. Και κορδέλες. Δε μας άφηναν να δούμε τι γίνεται. Μπροστά μου καθόταν ένας δίμετρος μπάτσος που ένωνε τις πλάτες του με τους υπόλοιπους, ώστε να μην μπορεί κανείς να δει, αλλά και να φοβάται να πλησιάσει. Με την αφέλεια της ηλικίας τον ρώτησα τι έγινε περιμένοντας  μια ειλικρινή απάντηση. "Τι να σου λέω τώρα" μου αποκρίθηκε. Γύρισα να φύγω. Είχαν κλείσει έτσι το πεζοδρόμιο που έπρεπε να βγω στο δρόμο. Κι όμως στρίβοντας για τελευταία φορά το κεφάλι κατάφερα να διακρίνω κάτι. Ένα σεντόνι. Ένα λευκό σεντόνι.

Στο σπίτι είχα ξεχάσει κιόλας τι συνάντησα. Ασχολήθηκα με το διάβασμα (και καλά), άκουσα μουσική, ετοιμάστηκα για ύπνο. Μέχρι που άκουσα τον πατέρα μου να σχολιάζει τις ειδήσεις. "Το φάγαν το παιδάκι" είπε και κατέβηκα να δω για τι πράγμα μιλάει. Νομίζω ότι τότε είχα ένα από τα πρώτα σοκ στη ζωή μου. Τότε που κατάλαβα ότι κάτω από το σεντόνι ήταν το πτώμα ενός συνομηλίκου μου, ενός σέρβου μαθητή. Πυροβολημένο από το όπλο αστυνομικού. Δεν καταλάβαινα το γιατί. Όχι ότι τώρα καταλαβαίνω. Θυμάμαι το πόσο άλλαξε μέσα μου η απάντηση του μπάτσου στο τι έγινε. Σκέφτηκα ότι απέφευγε τη σωστή απάντηση: "Πυροβολήσαμε ένα παιδί σαν εσένα. Έτσι." Το βράδυ εκείνο το πέρασα αναστατωμένος. Είχα ερωτήσεις και δεν έβρισκα απαντήσεις. Πέρασε βέβαια το ίδιο γρήγορα όπως και όλα σε εκείνη την ηλικία.

Προχτές όμως το ονειρεύτηκα. Ναι, το όλο σκηνικό. Είδα ξανά τον κόσμο, τους μπάτσους, το σεντόνι. Και καθώς έκανα να φύγω από κει άρχισε να με κυνηγάει. Δεν κατάλαβα τι ακριβώς. Αν ήταν οι μπάτσοι που με κυνηγούσαν, το σεντόνι ή ο νεκρός. Ξέρω μόνο ότι θέλω να το πω. 
Το όνομά του ήταν Marko Bulatovic. Αν ζούσε σήμερα θα ήταν στην ηλικία μου.


Πληροφορίες για το συμβάν: http://www.crimestories.gr/index.php/crime-database/item/download/39_54f356c8e7a8efa98ca48fdb128a49e6

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Αιχμάλωτοι πολέμου

Σπάνια πίνω. Ακόμα πιο σπάνια νιώθω την ανάγκη να πιω. Η εικόνα όμως δε λέει να φύγει από το μυαλό μου. Νέοι άνθρωποι με τα χέρια στο κεφάλι προσαγάγονται από πάνοπλους αστυνομικούς. Η απειλή αυτής της χώρας. Τα χέρια στο κεφάλι. Μου έρχεται συνειρμικά στο μυαλό μια φωτογραφία. Το φοβισμένο εβραιόπουλο που σηκώνει τα χέρια μπροστά στους πάνοπλους ναζί.

Η ελληνική κοινωνία ζει μια άνευ προηγουμένου νάρκη. Έχει από μόνη της σηκώσει τα χέρια ψηλά. Η σαδιστική συμπεριφορά των σωμάτων ασφαλείας του Κράτους δείχνει ακριβώς ποια θέλει να είναι η στάση των νέων αυτής της χώρας. Αυτών που αντιστέκονται. Που σκέφτονται. Να σηκώσουν τα χέρια ψηλά. Να δεχθούν τη μοίρα τους. Να υποταχθούν στην Εξουσία. 

Οπότε σου δίνει δύο επιλογές. Ή σηκώνεις τα χέρια μόνος σου ή στα σηκώνει αυτή με τη Βία. Εσύ ποια από τις δύο έχεις επιλέξει ραγιά; Ή τολμάς να σκεφτείς ότι υπάρχει και άλλη επιλογή;

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2013

Οι χρονιές του κτήνους

Έχει 2 χρόνια που διάβασα το βιβλίο "Η χρονιά της ερήμου" του Pedro Mairal. Ο Αργεντίνος συγγραφέας περιέγραφε με έναν ιδιαίτερο τρόπο την κρίση που πέρασε η χώρα του. Θα έλεγα ότι ήταν κάπως σουρεαλιστικό.  

Καταστρεφόντουσαν τα κτίρια, οι τοίχοι, κάθε τι υλικό αρρώσταινε. Οι αλλαγές στην καθημερινότητα της πρωταγωνίστριας Μαρίας είναι ραγδαίες. Η βιαιότητα, η απανθρωπιά, η υποβάθμιση της αξίας της ζωής ήταν θυμάμαι κάποια στοιχεία που με έκαναν να έχω μια υποσυνείδητη στεναχώρια όσο το διάβαζα. Στο τέλος θεώρησα ότι ναι μεν η γραφή του είναι καλή, αλλά ότι τα παραλέει ή ότι τέλος πάντων αυτό το υπερεαλιστικό δεν ταιριάζει.

Και φτάσαμε 2013. Και το θυμήθηκα το βιβλίο. Παρατηρώ γύρω μου. Τη δική μου τη χώρα. Τα τελευταία 3 χρόνια. Και τελικά είχα άδικο. Αυτό που θεώρησα υπερεαλιστικό στον Mairal, είναι τελικά ρεαλισμός. Αυτό ζούμε. Τα κλειστά μαγαζιά που σαπίζουν. Η υποτίμηση των κοινωνικών παροχών. Τα κλειστά νοσοκομεία. Η υποβάθμιση της ζωής. Η άνοδος του φασισμού. Η βία. Η καταστολή. Τελικά είχα άδικο. Ο Mairal τα είχε ζήσει όλα αυτά πριν από εμάς. Και τα πέρασε σαν αλληγορία στο βιβλίο. Όλα γύρω μας σαπίζουν. Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι ηθική και πολιτική. Και στο βιβλίο ο Mairal το δείχνει πολύ χαρακτηριστικά. Οι άνθρωποι αποκτηνώνονται. Τώρα καταλαβαίνω ότι αυτή η αποκτήνωση ήταν που με τρόμαζε και μου προκαλούσε τη στεναχώρια. Αυτός ο αγώνας για επιβίωση και όχι για ζωή. Απλά επιβίωση σε έναν αποκτηνωμένο κόσμο.

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Πού'σαι ρε μπάντιιι*...

Αυτές τις μέρες θυμήθηκα τον παππού μου. Μία από τις σπάνιες πολιτικές συζητήσεις που είχαμε κάνει ενώ ήμουν παιδί. Η συζήτηση ήταν της μίας πρότασης και εκεί έληξε. 

"Ποτέ μην ψηφίσεις δεξιά"

Και εγώ το πήρα τοις μετρητοίς.



*Μπάντι φώναζα τον παππού μου όταν ήμουν μικρός.

Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Στους δεκαπέντε συντρόφους (Nazim Hikmet)

Δεν κλαιν τα μάτια
       που συνήθισαν
            φωτιές να βλέπουν.

Οι αγωνιστές
       περήφανα κρατούν ψηλά το αστέρι τους
                        δε σκύβουν
                              το κεφάλι

Καιρό
       να κλαίμε τους συντρόφους
               δεν έχουμε.

Αλλά το τρομερό σας κάλεσμα
        είναι μες στην ψυχή μας
              κ' οι δεκαπέντε σας καρδιές
                       θα χτυπούν μαζί μας.
Το σιγαλό βογγητό σας
       κρούει τ'αυτιά μας
              ως βροντή αντιλαλώντας
                      σαν προσκλητήριο.

Κόσμε που έχεις παλιώσει
        θα γίνης στάχτη
               είναι γραφτό σου
                      να συντριβής.
Και δε μπορείς
        σκοτώνοντας
             τους συναγωνιστές μας
                     να μας λυγίσης.
Ξέρε το
       κι αν ακόμη οι θυσίες μας
              θα'ναι βαρειές
                   νικητές θα βγούμε.

Μαύρη θάλασσα
        γαλήνεψε τα κύματά σου
               Θα 'ρθη κ' η μέρα
                      που λαχταρήσαμε
                              της ειρήνης
                                     και της ελευθερίας
                                            Θα 'ρθη η μέρα
                                                   που θ' αρπάξουμε
                                                           τις βαμμένες
                                                                   στο αίμα μας
                                                                             λόγχες.

Nazim Hikmet (1921)

Παρασκευή 3 Μαΐου 2013

Ο Δρόμος

Μακρύς και άδειος δρόμος
Βαδίζω στο σκοτάδι, σκοντάφτω και πέφτω
Σηκώνομαι και βαδίζω τυφλός, τα πόδια μου
Πατούν στις πέτρες και στα ξεραμένα φύλλα
Κάποιος πίσω μου βαδίζει κι αυτός πάνω στις
        πέτρες και στα φύλλα:
Αν σταματήσω, σταματά κι αυτός
Αν τρέξω, τρέχει κι αυτός. Γυρίζω: κανείς
Όλα σκοτεινά και άδεια
Γυρίζω και ξαναγυρίζω σε αυτά τα στενά
Που δε βγάζουν πάντα στο δρόμο
Κανείς δε με περιμένει, κανείς δεν ακολουθεί
Ψάχνω έναν άνθρωπο που σκοντάφτει
Σηκώνεται μόλις με δει και λέει: κανείς


Octavio Paz


από το 
Σύντομα Ποιήματα
Επιλογή-Απόδοση Αντώνης Μακρυδημήτρης
Εκδόσεις Ταξιδευτής

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Här är Balkan

Δε θυμάμαι πότε ήταν.  Χειμώνας ήταν. Είχε πολύ κρύο. Νοέμβριος; Τότε νομίζω. Πήγα μαζί με τον συγκάτοικο. Τον Κώστα. Πήραμε αεροπλάνο και πήγαμε Στοκχόλμη. Είχα κανονίσει να μας φιλοξενήσει ένας Σουηδός. Είχε κανονίσει να δούμε κάτι φίλους του Έλληνες μετανάστες 2ης γενιάς.

Πόλη τρομερή. Αυτός ο γάμος πόλης και νερού είναι που χαρίζει αυτήν την ομορφιά. Και ο κόσμος όμορφος. Ποτέ δε μου άρεσαν οι ξανθιές. Εκεί άλλαξα γνώμη.

Πήγαμε στους γνωστούς του Κώστα. Είχε εστιατόριο ο φίλος. Αμάνικο, τατού, πρώην ποινικός, νυν εστιάτορας. Γαμώ τα παιδιά. Άρχιζε να μου θυμίζει ταινία του Fatih Akin.

Το βράδυ κανόνισε η αδερφή του φίλου να βγούμε έξω. Οπότε φέρνει τις 2 κολλητές της. Μία από Τουρκία και μια από Κουρδιστάν. 2ης γενιάς και αυτές. 

Έχουμε ορέξεις με τον Κώστα και αρχίζουμε να πίνουμε. Θυμάμαι κάναμε ένα σκωτζέζικο κόλπο. Για να πίνουμε πιο πολύ. Και ασύστολα. Ρίχναμε ένα κέρμα των 5 πεννών μέσα στο ποτήρι. Έπρεπε να πιεις την μπύρα μονορούφι για να σου έρθει το κέρμα στα χείλη. Και μετά είχες το δικαίωμα να το βάλεις σε αλλουνού το ποτήρι. Δε θυμάμαι πόσες ήπιαμε. Θυμάμαι ότι ακούσαμε ελληνικά στο μπαρ. 2 κοπέλες από Ελλάδα. Ρίζες από Τρίκαλα. Μας γνωρίζουν και τα αγόρια τους. Είναι οι μπάρμεν. Από Μαυροβούνιο. Δε θυμάμαι να ξαναπερίμενα τα ρέστα. 

Το κλαμπάκι κλείνει στις 3. Έχουμε κάνει κεφάλι. Πηγαίνουμε σε ένα γυράδικο με ελληνικό όνομα. Χτυπάμε ένα γύρο. Τελικά είναι Σύριοι αυτοί που το δουλεύουν.

Πιέζουμε το Σουηδό να μας πάει και αλλού. Περπατάμε ανάμεσα σε μεθυσμένους και μεθυσμένες σε ένα πεζόδρομο. Σταματάω και κοιτάζω μια κοπελιά λιπόθυμη από το αλκοόλ. Ένας μπάτσος μπαίνει μπροστά μου. Προτάσσει το στήθος του. Μου μπαίνει η ιδέα να του τραβήξω μια μπουνιά και να αρχίσω να τρέχω. Με προλαβαίνει η φωνή του Κώστα. 

Φτάνουμε στο πλωτό κλαμπ. Στην ουρά μας κόβει ο μπράβος. Τρώμε πόρτα. Εμείς και ακόμα μερικές ψωλές. Ο σουηδός μας έχει πάει ήδη να βρει ταξί. Η "πόρτα" εκεί δεν είναι συζητήσιμη.

Έχουμε κολλήσει στον μπράβο με τον Κώστα. Ο κακός και ο καλός τουρίστας. Εγώ τον ρωτάω ποιος νομίζει πώς είναι και επειδή τον βάλανε εκεί θα μας απαγορεύει να μπούμε και να πα 'να γαμηθεί. Από το άλλο αυτί ο Κώστας του έχει τάξει γυναίκες και ονειρεμένες παραλίες στα ελληνικά νησιά και ποτά στα μπαρ της Αθήνας. Δεν ξέρω τι δούλεψε. Μπήκαμε όλοι. Και εμείς και η ψωλοπαρέα των Σουηδών. Ο δικός μας ακόμα με ρωτάει τι είπαμε στον μπράβο.

Με το που μπήκα μέσα έπεσα σε μια κοπέλα. Αρχίσαμε το χαμούρεμα. Ιταλονορβηγίδα με γκόμενο Έλληνα ονόματι Ανδρέα και δεν ήταν σωστό αυτό που κάναμε. Με τον Κώστα χαθήκαμε μέσα εκεί. Την επόμενη έμαθα ότι κερνούσε σφηνάκια σε κάτι Σέρβους που ήταν η παρέα του κερατά του Ανδρέα.

Το κλείσιμο με βρήκε χωρίς φωτογραφική. Μου την έφαγαν. Ανεβαίνουμε στο ταξί και γυρνάμε σπίτι. Μας ακούει να μιλάμε ο ταρίφας και σκαλίζει κάτι σιντί. Ακούγεται δυνατά από τα ηχεία η φωνή του Καρρά. Στο διάολο η κάμερα. Εδώ είναι Βαλκάνια ρε. Μέσα στη Στοκχόλμη.

Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2013

Δεν έχουν γνώση οι φύλακες



Αυτό το βλέμμα δε λέει να βγει από το μυαλό μου. Ένα βλέμμα γεμάτο μίσος. Μίσος και οργή.

Δεν το φοβάμαι όμως. Δεν είμαι εγώ ο αποδέκτης του. Δεν κοιτάνε εμένα αυτά τα μάτια. Τους βασανιστές του κοιτάνε. Τα παπαγαλάκια της Εξουσίας με τα μικρόφωνα. Τους δολοφόνους του φίλου του. Την Εξουσία την ίδια. Αυτούς κοιτάνε.

Απορώ. Δεν μπορώ να καταλάβω την Εξουσία. Σκοτώνουν ένα παιδί. Ο φίλος του παίρνει όπλο. Βασανίζουν αυτό με το όπλο. 
Έχουν την εντύπωση ότι το επόμενο θα διστάσει να πατήσει τη σκανδάλη;

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

Ανθρωπάκι από άμμο

Σε 'σένα μιλάω που με κοιτάς μέσα από την κουκούλα.
Σε 'σένα πιστό σκυλί των αφεντικών σου.
Σε 'σένα που κάνεις παρέα μόνο με τους ομοίους σου.
Σε 'σένα που βλέπεις όλη την κοινωνία να σε φτύνει.
Σε 'σένα που κρατάς πολεμικό οπλισμό σαν προέκταση του φαλλού σου.
Σε 'σένα που χτυπάς με μίσος όποιον στέκεται μπροστά σου στο δρόμο.
Σε 'σένα που προτιμάς τη χούντα από την ελευθερία.
Σε 'σένα που βλέπεις με συμπάθεια το ναζισμό.
Σε 'σένα που έχεις συνειδητά αποφασίσει από ποια μεριά θα είσαι.

Θέλω να σου πω ότι η σύγκρουση θα είναι σφοδρή. Μην επαναπαύεσαι. Μη χαίρεσαι. Μην ειρωνεύεσαι. Η σύγκρουση θα είναι σφοδρή. Και τότε δε θα υπάρχει διέξοδος. Θα μιλήσει τότε η μαμή της ιστορίας. Και τότε θα είσαι ο πρώτος που θα αντιμετωπίσει το κύμα στο δρόμο. Και ο πρώτος που θα τσακιστεί.

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Πες τα Κώστα





Είναι η ομορφότερη
γυναίκα που έχω δει εδώ
και χρόνια.
Μου μιλά για τον Ντοστογιέφκσι,
τον Νίτσε, τον Κίρκεγκωρ
κι όλα όσα λάτρεψα στη ζωή μου.
Την ακούω με θαυμασμό·
δεν παύω όμως στιγμή 
να φαντάζομαι το μουνί της.

Ο άντρας, θεέ μου, είναι ένα κτήνος.

Κώστας Δεσποινιάδης