TuneList - Make your site Live

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Καρντάσι, αυτό δε λέγεται ζωή.

Χριστούγεννα, πρωτοχρονιά, μέρες αγάπης, χαράς κτλ. Σώπα ρε χριστιανέ. Αυτό βλέπεις εσύ; Εγώ γιατί βλέπω τελείως διαφορετικά τα πράματα; Να'μαι απαισιόδοξος; Δε νομίζω. Ουτοπιστής και απαισιόδοξος δεν πάνε μαζί. Εγώ γιατί βλέπω όλο και περισσότερο κόσμο να ψάχνει στα σκουπίδια; Στα σκουπίδια της κατανάλωσής μας που μειώθηκαν και αυτά λόγω κρίσης. Εγώ γιατί βλέπω κόσμο που δεν τα βγάζει πέρα; Γιατί βλέπω κόσμο να μετράει τα ψιλά του; Όταν είναι ευχαριστημένος κάποιος που απλά "βγαίνει", που βγάζει δηλαδή τόσα, ώστε να πληρώσει τους λογαριασμούς του, έχουμε περάσει σε άλλο επίπεδο και έχει αλλάξει η έννοια της λέξης "ζωή". Δε λέγεται ζωή αυτό καρντάσι. Και αν εσύ και εγώ έχουμε 2 φράγκα από τους δικούς μας, μην επαναπαύεσαι. Έρχεται και η σειρά μας. Δεν ξέρω αν το κατάλαβες, αλλά αυτό το πράμα είναι κύκλος. Σπάει ένας κρίκος και πάει ο κύκλος. Η λεγόμενη "μεσαία τάξη" μου θυμίζει άτομα που βρίσκονται σε μια πισίνα που γεμίζει με νερό. Άλλοι κοντοί, άλλοι ψηλότεροι, όλοι όμως πιο κοντοί από το βάθος της πισίνας. Άλλοι έχουν ήδη πνιγεί, άλλοι πνίγονται, άλλοι ακόμα παίρνουν αέρα. Το θέμα είναι ότι η πισίνα θα γεμίσει και δε θα μείνει κανένας.

Γιατί στα λέω τώρα αυτά... Γιατί θέλω να στα πω, γιατί με τρώει, γιατί η οργή μου εκδηλώνεται είτε με τη βία, είτε με το γράψιμο ρε καρντάσι μου. Ξαναδιάβαζα προχτές την "Πραγματεία περί εθελοδουλείας"του Λα Μποεσί. Ο τύπος τα έλεγε τόσο απλά. Σου έλεγε: "Αν θες να είσαι δούλος ρε μαλάκα, είναι δική σου επιλογή, αν δε θες είναι πάλι δική σου". Το θέμα είναι ότι ακόμα δεν έχουμε επιλέξει να μην είμαστε. Γιατί είναι θέμα επιλογής, μην κρυβόμαστε. Παλιότερα νόμιζα ότι ο άνθρωπος εξεγείρεται από το κεφάλι. Τώρα βλέπω ότι μάλλον από το στομάχι εξεγείρεται. Και τότε να δεις αίμα.

Μιλούσα με τον πατέρα ενός φίλου πριν μέρες καρντάσι μου. Ξέρεις τι μου είπε και τον κοιτούσα σα μαλάκας; "Εσείς οι νέοι θα έπρεπε να είστε στο δρόμο και να τα γαμήσετε όλα". 
-"Θα'πρεπε", του είπα και γω.

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

O Ξένος. Ο Αόρατος. Αυτός που γνώρισα.

Αυτές οι γενικεύσεις. Οι λέξεις. Απάνθρωπες πολλές φορές. Αναγκαστικά τις χρησιμοποιούμε. "Οι μετανάστες" λέω και γω όταν θέλω να μιλήσω για αυτό το θέμα και βάζω σε τόσες ψυχές, τόσες διαφορετικές ζωές, τόσα βιώματα έναν τίτλο. Ποίοι είναι όμως αυτοί; Πόσους έχω γνωρίσει προσωπικά; Με πόσους είχα μια κουβέντα; Με πόσους μοιράστηκα έναν καφέ; Ένα γεύμα; Μια ιστορία;

Οι Αλβανοί,
Ο πατέρας μου έπαιρνε κατά καιρούς κάποιον μετανάστη (συνήθως αλβανικής καταγωγής) στην αυλή του σπιτιού για δουλειές όσο ήμουν έφηβος. Όχι, δεν μπορώ να πω ότι τους εκμεταλλευόταν. Συνήθως ο μετανάστης όριζε την τιμή και πάντοτε ο πατέρας μου του έδινε παραπάνω -αν όχι το διπλάσιο, αφού αυτό που ζητούσαν ήταν τόσο λίγο. Όταν καθόμασταν να φάμε, ο πατέρας μου τον ρωτούσε για την κατάσταση στη χώρα του και για την προσωπική του κατάσταση  εκείνη τη στιγμή. Τότε, στην εφηβεία γνώρισα προσωπικά ορισμένους αλλά δε συγκράτησα τα ονόματά τους και ντρέπομαι για αυτό.
Θυμάμαι όμως ότι έναν από αυτούς τον έπιασαν οι μπάτσοι και παρόλες τις προσπάθειες του πατέρα μου να μην τον ξαποστείλουν πίσω στην Αλβανία-οι μπάτσοι το'καναν. Καμιά 10αριά μέρες μετά ξέσπασε φωτιά στον αχυρώνα του ντόπιου που δούλευε ο Αλβανός όλο το καλοκαίρι και όλως τυχαίως δεν πρόλαβε να πληρωθεί... Η ρουφιανιά και η εκμετάλλευση έχει το τίμημά της.

ο Κούρδος,
Όταν στα 20 μου άρχισα να ασχολούμαι λιγάκι με τα πολιτικά, γνώρισα έναν Κούρδο. Πολιτικός πρόσφυγας αυτός, προσπάθησε να βρει καταφύγιο στην αφιλόξενη Ελλάδα. Άνθρωπος που χανότανε στις σκέψεις του, στον κόσμο του. Όταν κάποια στιγμή πιάσαμε κουβέντα κατάλαβα το λόγο. Ο ένας αδερφός του είχε σκοτωθεί από τα χημικά που είχε ρίξει ο τούρκικος στρατός, ο άλλος σε ένοπλες συγκρούσεις, ενώ η αδερφή του αφού βιάστηκε  μέσα στο αστυνομικό τμήμα, κατάφερε και πήρε το όπλο από τον μπάτσο και αφού τον σκότωσε, αυτοκτόνησε. Ο ίδιος αφού έφυγε από την Ελλάδα και πήγε στη Γερμανία (παράνομα όλα αυτά) κατέληξε ξανά στα βουνά με τους Κούρδους αντάρτες. Πριν λίγο καιρό έμαθα πως σκοτώθηκε.

οι Ιρακινοί
Ομόνοια. Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα. Πριν από 3 χρόνια περίπου. Στην πλατεία και στους γύρω δρόμους πρεζόνια και μετανάστες. Η τότε κοπέλα μου με πιάνει σφιχτά αγκαζέ. Προσπαθούμε να βρούμε την πλατεία Κουμουνδούρου. Εκεί έχουμε δώσει ραντεβού με τα ξαδέρφια της από το Ιράκ. Σε ερώτησή μου σε κάποιον ομονοιακό πού είναι η εν λόγω πλατεία με ρωτά: "πρέζα ψάχνετε;". Του απαντώ: "για τέτοιοι φαινόμαστε;" και μου δείχνει προς τα πού να πάμε. Τα 2 αδέρφια κοιτούσαν φοβισμένα δεξιά-αριστερά για πιθανά όργανα της τάξης. Όταν καθίσαμε στην καφετέρια άρχισαν να μου μιλάνε και σιγά σιγά ανοίχτηκαν. Μέρες κλεισμένοι σε ένα δωμάτιο (για να μην υπάρχει περίπτωση να τους πετύχει κανείς έξω) είχαν πολλά να πούνε. Οικογενειάρχες άνθρωποι, βρέθηκαν να είναι παράνομοι σε αφιλόξενες χώρες της Δύσης για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους. 12.000 δολάρια κόστισε στον καθένα η υπόσχεση ότι θα φτάσουν στη Σουηδία. 6.000 μέχρι την Ελλάδα και άλλα 6.000 από κει μέχρι τη Σουηδία. Στην Ελλάδα τους κατάλαβαν οι μπάτσοι στο αεροδρόμιο. Το δικαστήριο τους είχε δώσει κάποια χαρτιά για να σηκωθούν να φύγουν. Μόλις είχαν λήξει και ήταν και πάλι "παράνομοι". Ο ένας μου έδειχνε φωτογραφίες της οικογένειάς του και έκλαιγε. Ο άλλος μου έδειχνε την ουλή από τη σφαίρα που έφαγε σε συμπλοκή ανταρτών-Αμερικανών κατοχικών στο κέντρο της Βαγδάτης.
Μετά από κάποιους μήνες έμαθα ότι κατάφεραν να πάνε Σουηδία και να κάνουν αίτηση ασύλου. Στην πρώτη μου επίσκεψη στη Στοκχόλμη επικοινώνησα και βγήκαμε για καφέ. Ο ένας δούλευε μαύρα λαντζιέρης και ο άλλος μαύρα πάλι πουλούσε λουκάνικα σε μεθυσμένους Σουηδούς. Κάποιους μήνες πάλι μετά, έμαθα ότι απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου. Η ιρακινή κυβέρνηση είναι πλέον αναγνωρισμένη από τη Δύση (αλήθεια αυτός που την απέρριψε γιατί δεν πάει να δει μια βόλτα;). Έτσι τους γύρισαν Συρία από όπου ξεκίνησε το ταξίδι τους. Η ειρωνεία είναι ότι η χώρα που τους δέχτηκε τελικά ήταν οι Η.Π.Α. ...

και οι "άλλοι"...
Και ποιους να ξεχάσεις; Φάτσες βασανισμένες... αλλά με τόση ελπίδα... τους απεργούς πείνας στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης με τη γροθιά σφιγμένη; Τους μικροπωλητές από το Μπαγκλαντές που με πήραν για μπάτσο την πρώτη φορά που τους μίλησα; Ή το κοριτσάκι που γεμάτο δάκρυα στα μάτια μου ζητούσε κάτι σε γλώσσα που δεν καταλάβαινα και ένιωσα πρώτη φορά τόσο αδύνατος που δεν μπορούσα να βοηθήσω μια χαμένη ψυχή. Όπως άλλωστε και τόσες άλλες...

Πέμπτη 26 Μαΐου 2011

“You don’t love me. You love the idea of me.”

http://emilyallanpoe.blogspot.com/2011/05/you-dont-love-me-you-love-idea-of-me.html



Η παραπάνω ατάκα είναι από κάποια ταινία, δεν μπορώ όμως να θυμηθώ ποια. Ευτυχώς δεν έχει σημασία σε αυτό το άρθρο. Νωρίτερα σήμερα, έκανα μια βόλτα στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Περπατούσα χαλλλαρά λοιπόν στην παραλία, όταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά μου ένα θέαμα που ομολογώ πως δεν έχω ξαναδεί. Ένας κύριος, μεσήληκας και με όψη clochard, περπατούσε χαμογελώντας και έχοντας στην αγκαλιά του μία κούκλα βιτρίνας, χωρίς πόδοα και χέρια. Είχε ένα τσιγάρο στο στόμα κι έψαχνε φωτιά. Ταυτόχρονα μιλούσε στην «κοπέλα» του. Δεν μπόρεσα να αντισταθώ. Έκανα μεταβολή και τον ακολούθησα προκειμένου να τον βγάλω μια φωτογραφία, γιατί θα το έλεγα στον κόσμο και δε θα με πίστευε. Εκείνος και η ιδιόρυθμη παρέα του έφτασαν σε μία καντίνα, εκείνη την κλασική, που είναι μπροστά από τον Λευκό Πύργο. Σε κοντινή απόσταση, παρακολουθούσα τα τεκταινόμενα. Πήρε ένα σουβλάκι για εκείνον και έψαχνε λεφτά για να πάρει ένα σουβλάκι και για την κούκλα.
Για κείνον αυτό το κομμάτι πλαστικού έχει ζωή. Πεινά, κρυώνει, αγαπά, συζητά. Ο ίδιος άνθρωπος που έκανε κωλοδάχτυλο στους περαστικούς που δεν είχαν αναπτήρα όταν τους ζητούσε, μιλούσε σ’ εκείνη κούκλα με τόση τρυφερότητα και τόση γλυκύτητα για όση ώρα τον ακολουθούσα. Από χιλιόμετρα θα καταλάβαινε κανείς πως ήταν ευτυχισμένος με τέτοιο χαμόγελο που είχε ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Χρειάζεται λοιπόν να τρελαθεί κανείς φαίνεται για να φέρεται σε ένα κομμάτι πλαστικό όπως αρμόζει σε μια κυρία, και χρειάζεται να ‘ναι κανείς λογικός για να φέρεται σε μια γυναίκα όπως αρμόζει σε μια πλαστική κούκλα, ή καλύτερα, ένα κομμάτι κρέας. Μια τέτοια εικόνα θα έπρεπε να βάλει μυαλό στους περισσότερους από τους άξεστους που κυκλοφορούν ψάχνοντας την επόμενη «γκόμενα» της μιας νύχτας.

Δε θα μείνω όμως εκεί. Ο καθένας από εμάς, είτε το ‘χει καταλάβει είτε όχι, έχει βρεθεί σε μια παρόμοια κατάσταση. Σε κάθε σχέση που κάνουμε, όταν ερωτευόμαστε κάποιον, τον εξιδανικεύουμε τόσο πολύ στο μυαλό μας που και τίποτα να μην αξίζει, για εμάς θα είναι το παν.
Πολλοί περαστικοί κοιτούσαν περίεργα τον «τρελό με την κούκλα». Μέσες άκρες, τις ίδιες αντιδράσεις έχουν οι φίλοι κι οι γνωστοί μας όταν κάνουμε μια σχέση και δεν τους αρέσει το ταίρι μας. Το κακολογούν, το βρίζουν, αναδεικνύουν κάθε πιθανό μειονέκτημά του. Κι όμως, εμείς δεν τους ακούμε. Έχουμε ήδη σχηματίσει για το ταίρι μας μια άποψη, η οποία τις περισσότερες φορές είναι εξιδανικευμένη. Αρνούμαστε να δούμε την αλήθεια. Αφήνουμε στην άκρη τα μειονεκτήματά του και τον/την τελειοποιούμε στο μυαλό μας. Μπορεί να μη ζωντανεύουμε ένα κομμάτι πλαστικό με ματοτσίνορα, αλλά φτιάχνουμε στο κεφάλι μας ένα πρόσωπο που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.
Ίσως αυτό να είναι η αιτία που κάποιες σχέσεις δεν πάνε καλά. Λόγω υψηλών απαιτήσεων. Λόγω «ενδοκρανιακής τελειοποίησης» του άλλου. Ζητάμε πράγματα που ο άλλος δεν μπορεί, ή δεν προσφέρθηκε ποτέ να δώσει. Ζητάμε το κάτι παραπάνω που δεν έχει. Προσπαθούμε να αλλάξουμε τον άλλον. Να τον φέρουμε ένα βήμα πιο κοντά σε αυτό που έχουμε πλάσει με το μυαλουδάκι μας. Ζηλεύουμε μήπως μας πάρουν κάτι που κανείς άλλος δε θέλει, γιατί απλά δε βλέπει το τέλειο που βλεπουμε εμείς. Το χειρότερο δε που μπορεί να συμβεί, είναι να ξυπνήσουμε μια μέρα, και να καταλάβουμε πως ο σύντροφός μας δεν είναι παρά μια κούκλα. Κάτι άψυχο που φτιάχτηκε απλά για εντυπωσιασμό. Κάτι επιφανειακά τέλειο, χωρίς περιεχόμενο.
Γι’ αυτό λοιπόν σε μια σχέση δεν είσαι σίγουρος ποτέ για το τι αγαπάς. Αγαπάς το ταίρι σου, ή την ιδέα του;

(Ευχαριστώ την EmilyAllanPoe για την παραχώρηση του κειμένου)

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

3 ώρες


3 ώρες ήμουν εκεί. Σε εκείνο το σημείο του πεζοδρομίου απ’ όπου φαίνεται η είσοδος του ουζερί. 3 ώρες. Δε μου φάνηκαν πολλές. 3 ώρες. Καρτέρι κανονικό.

Κάποια στιγμή τον είδα να βγαίνει. Ναι, αυτός ήταν. Αυτός. Αυτός που μου χάλασε το βράδυ. Αυτός που χωρίς λόγο (υπό την επήρεια αλκοόλ) σταμάτησε μπροστά από το αμάξι, με έβγαλε έξω, με χτύπησε ενώ του είχα γυρισμένη πλάτη. Και οι 4 φίλοι του κοιτούσαν και χαμογελούσαν.

Το βράδυ μου όμως είχε χαλάσει. Για αυτό και μόλις τον είδα να μπαίνει στο στενό τον ακολούθησα με βήμα γρήγορο. Το πώς βρέθηκα με 2 σφιγμένες γροθιές δεν το κατάλαβα. Η έκπληξή του ήταν εμφανής. Αναπάντεχη. Όπως και το τι ζημιά μπορεί να κάνει χέρι ανθρώπινο σε σώμα ανθρώπινο. Η εξέλιξη της βραδιάς ήταν παραπάνω από αναπάντεχη.

Βρεθήκαμε αγκαλιασμένοι να μου λέει για μια κοπέλα. Έκλαιγε. Δεν ήταν τα χτυπήματα μου που τον πόνεσαν. Δεν τον άγγιξαν καν.

Η οργή και η βία έδωσαν τη θέση τους στις τύψεις, την κατανόηση και τη συμπόνια.



Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Σκέψεις δίχως ειρμό.

Εγώ πιστεύω ότι κανένας δεν πεθαίνει όσο ξέρει πώς κάποιος τον αγαπάει.
Emilio Suri



Ο πόνος είναι πάντα κινητήρια δύναμη δημιουργίας. Μάλλον για αυτό δεν έχω καμιά έμπνευση. Βυθίζομαι σε μια ανιαρή καθημερινότητα και αρχίζω να ασφυκτιώ. Κι όμως κάτι με τραβάει προς τα πάνω. Όχι, δεν είναι καμιά ιδέα. Πρόσωπο είναι. Δεν ξέρω αν μου δίνει σωσίβιο ή βαρίδι. Εγώ το δέχομαι όμως με περίσσεια αφέλεια. 30 χρονών και ακόμα ανοίγω διάπλατα τα στήθη μου και εκθέτω την καρδιά μου.

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Όνειρο

Ξύπνησα μούσκεμα. Μέσα στον ιδρώτα.

Το πρώτο πράμα που έκανα ήταν να απλώσω το χέρι στο κρεβάτι. Στο όνειρο ήσουν εκεί. Το στρώμα όμως είναι άδειο και κρύο. 

Το χέρι πάει έπειτα στο μέρος της καρδιάς. Γρήγορος ρυθμός-αυξημένοι παλμοί. 

Σηκώνομαι και πάω για νερό. Κοιτάω το είδωλό μου στον καθρέφτη. Θέλω να του χαμογελάσω πικρά. Κάθομαι και με κοιτάω. Είμαι ακόμα εδώ.

Στο όνειρο με σκότωσες.

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

Νύχτα με φεγγάρι

Τελευταία προβληματίζομαι. Με προβληματίζει η σχέση μου με τους ανθρώπους. Νομίζω ότι αργοπορημένα έχω μπει στο στάδιο που ονομάζεται "το τέλος της αθωότητας". Πληγώνω χωρίς να το θέλω, αρνούμαι να εμπιστευτώ, αρνούμαι να δεσμευτώ. Λένε ότι οι άνθρωποι είναι δημιουργία των εμπειριών τους. Πιθανότατα. Αυτές μας μεγαλώνουν. Με αυτές επιβιώνουμε.

Παλιότερα δεν άκουγα μουσική, γιατί με επηρέαζε ο στίχος κάποιων τραγουδιών. Τώρα κοιμάμαι με μουσική γιατί με νανουρίζει και δε δίνω σημασία στο τι λένε οι στίχοι.

Παλιότερα ξυπνούσα και κοιτούσα το άλλο μισό του κρεβατιού που ήταν άδειο. Τώρα πετάω στο πάτωμα  οτιδήποτε βρίσκεται εκεί για να το έχω ολόκληρο δικό μου.

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Ένα ακόμα γαμημένο Σαββατόβραδο.

Σάββατο πάλι. Τέλος βδομάδας. Τι κάνεις πάλι ρε μαλάκα;

Με έχουν πιάσει κάτι αναπολήσεις του παρελθόντος. Σκέφτομαι λάθη. Σκέφτομαι ανθρώπους που πλήγωσα. Ευκαιρίες που δεν έδωσα. Μου έρχεται όρεξη για ποδήλατο. Να πάρω αέρα. Κάτι έχω πάθει τον τελευταίο καιρό.

Ανοίγω τηλεόραση. Οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί μου προκαλούν πονοκέφαλο και αηδία. Θυμάμαι τον καβγά που είχα για τη μη εγκατάσταση τηλεόρασης στο σπίτι. Αν ρίξω λίγο νερό εκεί στη χαραμάδα που έχει πίσω από την οθόνη δε θα χαλάσει;

Σάββατο βράδυ. Τι σκατά κάνει κανείς ένα Σάββατο βράδυ; Να βγεις για ένα "ποτάκι"; Μια "μπυρίτσα"; Μάλλον είμαι κακόμοιρος και τα θεωρώ ανούσια όλα αυτά. Δεν είναι ανούσια η συναναστροφή. Μου τη σπάει το ξέσπασμα του Σαββατόβραδου. Η μαζική φυγή από την καθημερινότητα. Από την πραγματικότητα δηλαδή. "Το Σάββατο θα τα γαμήσουμε όλα". Κλασική ατάκα.

Ξέρω που θα καταλήξω στο τέλος της βραδιάς. Δεν είναι ότι δεν ξέρω. Απλά αυτό το Σαββατόβραδο πάντα με έκανε να αναρωτιέμαι για την πραγματικότητα. Καλύτερα να μιλήσω σε πληθυντικό. Για τις πραγματικότητες. Υπάρχουν πολλές. Κάποιες είναι πιο προβεβλημένες. Κάποιες όχι.

Ένα βράδυ όπως όλα τα άλλα. Σκατά έγινα πάλι. Πολύ το σκέφτηκα.