TuneList - Make your site Live

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Γιορτινές μέρες

Επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης

Η πόλη μου έχει το εξής χαρακτηριστικό. Είναι μπουζουκόπολη. Ο συντηρητισμός της σε συνδυασμό με το βαρύ ορθόδοξο φονταμενταλισμό της γουστάρει μπουζούκι και πάρτυ. Αυτό φυσικά γίνεται πιο έντονο τις άγιες μέρες των γιορτών, ιδίως της γεννήσεως του θεανθρώπου. Τότε ανασύρονται όλα τα παλιά και νέα τραγούδια που έχουν γραφτεί χάριν των ημερών. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι (καλά φέτος δεν ήταν και τόσο γεμάτοι) και βλέπεις παντού το θαύμα των χριστουγέννων. Ο κόσμος καταναλώνει. Μη μας πουν και ματζίρηδες. Δεν πα να τους κόψαν μισθούς, η ανεργία να χτυπά κάθε μέρα νέο ρεκόρ, να μην πήρανε δώρο γιορτών, να δουλεύουνε 12 ώρες για 8; Εκεί...στην κατανάλωση. Βέβαια είπαμε. Πιο μαζεμένα φέτος. Δεν αντέχανε ολωνών οι τσέπες. Αυτούς να φοβάσαι. Αυτούς που δεν έχουν τσέπες. 

Βέβαια τα κανάλια μας εξημέρωσαν με τις ειδήσεις τους. "Η τάδε ποδοσφαιρική ομάδα πήγε στο νοσοκομείο παίδων, ο τάδε τραγουδιστής στο γεροκομείο, η οικονομία πάει καλά, ο πρωθυπουργός πήρε εύσημα από την ΕΕ και το ΔΝΤ για την εξαθλίωση του ελληνικού λαού".

Όλα αυτά μέσα σε μια πραγματικότητα παραλογισμού. Δηλαδή πόσο ακόμα πάτο πρέπει να πιάσει κανείς για να τιναχτεί προς τα πάνω; Μάλλον έχουμε ακόμη...

Όταν ήμουν μικρότερος νόμιζα ότι ο κόσμος ξεσηκώνεται με τη σκέψη. Κρίνει το δίκιο και το άδικο και σηκώνει κεφάλι. Όσο μεγαλώνω καταλαβαίνω ότι ο κόσμος ξεσηκώνεται με την πείνα. Με απογοητεύει η συνειδητοποίηση αυτή. Δηλαδή πρέπει να πεινάσει κάποιος, να τα χάσει όλα για να εγερθεί;

Είναι και γιορτινές μέρες και εγώ σκέφτομαι τέτοια. Ενώ θα'πρεπε να'μαι Αριστοτέλους να τραγουδώ Βανδή: "Χριστούγεννα  και πάλι..."...

Πολλοί μου λένε ότι θα φύγουν. Θα πάνε εξωτερικό. Λονδίνο, Άμστερνταμ, Βιέννη, Στοκχόλμη, Παρίσι, Νέα Υόρκη... έχω ακούσει όλους τους εξωτικούς προορισμούς τελευταία. Μπα... δε με βλέπω να πηγαίνω πουθενά. Τον τόπο αυτόν τον αγαπώ και δεν τον αφήνω στα χέρια τους. Εδώ θα μείνω, εδώ θα ματώσουμε και θα πεινάσουμε. Τα μικροαστικά όνειρα έχουν σβήσει. Όσοι γουστάρουν αυτοεξορία, όσοι θέλουν "καλύτερες συνθήκες" νάτα τα αεροπλάνα. Οι συνθήκες κερδίζονται αξιότιμοι επιστήμονες. Δεν ψάχνουμε να τις βρούμε.

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Είναι πάντα εκεί

Ήταν πάντα εκεί
Στη μεριά της καρδιάς
Πριν ακόμα μπει και κάτω από το δέρμα
Ελευθερία την ονόμασα έπειτα
Από πριν αυτό ήταν το όνομά της
Από πριν αυτό ήταν το νόημά της

Μου κρατάει συντροφιά τα βράδια τα δύσκολα
Μου δείχνει κινδύνους
Μικραίνει τα μάτια με μίσος στις γυναίκες που δε συμπαθεί
Είναι πάντα εκεί όταν...
και μου κρατάει συντροφιά τα γαμημένα εκείνα βράδια που δε λέει να ξημερώσει
"Στα'λεγα" μου λέει, αλλά μου χαϊδεύει με στοργή τα μαλλιά.
"Στα'λεγα" μου λέει και μου τραβάει τα μαλλιά
"Πάψε πια να κλαις!"

Έχει ό,τι θέλω. Τα πάντα. Ό,τι αγάπησα σε κάθε γυναίκα.
Είναι ό,τι πιο τέλειο.
Νιώθω τόσο δυνατός όταν νιώθω την παρουσία της
"Εγώ είμαι εδώ" μου λέει και και με κοιτάει στα μάτια.
Και γω την φυλάω. Καλύτερα δε γίνεται.
Μαζί μου θα πεθάνει.

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Εσύ εκεί!

γράφει ο Μ
Σε'σένα μιλάω!
Σε'σένα εκεί ψηλά. Έτσι λένε δηλαδή, ότι εκεί είσαι.
Σε'σένα που είσαι πανταχού παρών.
Σε'σένα που έχεις την ευθύνη των πραγμάτων.
Σε'σένα που δεν πίστεψα ποτέ.
Σε'σένα που αν και δεν πιστεύω με πληγώνεις.
Ένα έχω να σου πω. Με'σένα τα'χω βάλει.
Μακριά απ'τους ανθρώπους που αγαπώ.

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Χαρά με γεμίζεις


Ξυπνώ το πρωί και χουζουρεύω.
Ξυπνώ πάντα πριν το ξυπνητήρι.
Η έλλειψη του αέρα με ξυπνάει άχαρα.
Η άπνοια έχει γίνει το ξυπνητήρι μου.
Και συ απούσα.
Δεν είσαι κει να με σκουντήξεις όταν ο χρόνος περνά και τα πνευμόνια μένουν ακίνητα.
Ξυπνάω άτσαλα. Μα είσαι εκεί.
Με την πρώτη ματιά είσαι εκεί. Μπρος τα μάτια μου.
Ήδη αρχίζω να χαμογελώ.
Παραπατώντας πάω για καφέ.
Με την πρώτη ρουφηξιά και πάλι χαμογελώ.
Και πάλι είσαι εκεί.
Πάλι τα κατάφερες. Χαρά με γεμίζεις.

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010

Duman - İstanbuL



this city lives with raki
this city smokes the cigarette too deep
this city lives the day
this city loves every night
man of this city swears
this city beats her woman
this city drinks our blood
it is worth to die for this city
istanbul greets you

thanks to Ozan for the translation

Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010

Αϋπνία

γράφει ο Μ

Αϋπνία. Καφές, βιβλίο, γράψιμο. Ένα κρεβάτι που δε με χωράει, μάτια που δε θέλουν να κλείσουν. Κλείνουν για ένα τέταρτο και ανοίγουν από μόνα τους. Λες και ακούστηκε κρότος. Αν είχα, θα έκανα και τσιγάρο.

Σηκώνομαι και βγαίνω από το σπίτι. Το καλύτερο ξεκαθάρισμα στο δίνει ο δρόμος. Προσωπικό ή κοινωνικό. Οι σταγόνες μου κλείνουν τα μάτια. Δε με ενοχλούν όμως. Αυτή η δροσιά μου δίνει ευχαρίστηση, δύναμη. Λίγοι στο δρόμο. Μπάτσοι με μηχανές και αναμμένους τους μπλε φάρους κάνουν βόλτες χαλώντας τη όμορφη θαμπάδα που έχουν σχηματίσει τα φώτα της πόλης και η βροχή.

Κάτι θέλω να κάνω αλλά δεν ξέρω τι. Για αυτό βαδίζω. Βαδίζω σε κάθε στενό που βρίσκω. Δεν πάω από δρόμους χιλιοπερασμένους. Τα περισσότερα διαμερίσματα με σβηστά τα φώτα. Λίγοι στο δρόμο αλλά ενδιαφέρουσες μορφές. Η νύχτα μέχρι νωρίς το πρωί είναι η πιο όμορφη πλευρά της ημέρας. Θέλω να ζω όλο το βράδυ μέχρι το πρωί.

Σταματώ στο δρόμο για να διαβάσω συνθήματα στους τοίχους. Πολιτικά, μαλακίες, προσωπικά. Ο δρόμος έχει τη δικιά του ιστορία. Πολλοί την γράφουν στους τοίχους με σπρέι.

Μια κοπελίτσα περνάει δίπλα μου και με κοιτάζει με πλάγια ματιά. Φοβάται; Είναι μόνη; Πόσοι άραγε γυρνάνε μόνοι στο σπίτι και νιώθουν ότι δεν κάνανε τίποτα όλη την ημέρα; Ότι δεν κερδίσανε τίποτα την ημέρα αυτή; Ότι δεν υπάρχει κανείς να τους περιμένει στο σπίτι; Ότι ίσως κανείς δεν τους σκέφτεται; Ότι είναι μόνοι τους σε αυτόν τον κωλοκόσμο που δε διάλεξαν να ζήσουν. Ότι η ζωή δεν είναι μέλι-γάλα. Ότι η αγάπη δεν είναι όπως στις μαλακίες του Χόλιγουντ.

Σε ένα στενό κάποιος κοιμάται στο πεζοδρόμιο πάνω σε κάτι χαρτόκουτες. Αυτός δεν έχει αϋπνία. Ίσως κοιμάται καλύτερα από μένα. Χαμογελάω και μόνο στη σκέψη ότι μπορεί να μου δώσει συμβουλές για καλό ύπνο.

Ένα αμάξι μαρσάρει στο βρεγμένο δρόμο. Γλιστράνε οι ρόδες και μετά από λίγο φεύγει με μεγάλη ταχύτητα. Βιάζεται να πάει. Πού;

Ακόμα και τα πρεζόνια λείπουν από την πλατεία. Θα πήγαν για ύπνο και αυτά. Ούτε με πρεζόνι δεν μπορώ να πιάσω κουβέντα.

Πάω στο περίπτερο να πάρω κάτι να πιω. Καταλήγω με γάλα. Είναι το πλέον κατάλληλο για την περίσταση. Κομπολόι και γάλα. Λευκό πλήρες. Το κακάο με χαλάει.

Ένας μεθυσμένος με κοιτάει περίεργα ανοίγοντας πιο πολύ από το φυσιολογικό τα μάτια του.

Παίρνω το δρόμο του γυρισμού. Τι έκανα σήμερα; Δε με περιμένει κανείς σπίτι. Με σκέφτεται άραγε κανείς; Αν πάθω κάτι ποιος θα το μάθει πρώτος; Ποιος θα ενδιαφερθεί;

Βάζω το κλειδί στην πόρτα και την ίδια στιγμή ακούω τον ήχο του μηνύματος στο κινητό. Τελικά κάποιος με θυμήθηκε ακόμα και τέτοια ώρα.

" Η vodafone σας ενημερώνει ότι έχετε απεριόριστο χρόνο ομιλίας και μηνυμάτων sms προς όλους τους αριθμούς vodafone."-Άι στο διάολο πρωινιάτικα.

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

Άπνοια


γράφει ο Μ


Καμιά φορά θέλω να χώσω το κεφάλι μου σ'εκείνη τη γωνία που κάνει ο λαιμός με τον ώμο σου.
Το άρωμα σου και η αναπνοή σου να με κοιμίσει.
Μετά όμως θυμώνω και ανοίγω τα χέρια.
Απλώνομαι στο κρεβάτι με τέτοιον τρόπο που δε χωράει κανένας άλλος.


Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010

Εσχάτη προδοσία

Δεν αγαπώ την πατρίδα μου
Η αφηρημένη λάμψη της
είναι άπιαστη
Όμως (και παρότι ίσως αυτό σοκάρει)
θα έδινα τη ζωή μου
για δέκα δικά της μέρη
για ορισμένους ανθρώπους, ορισμένα λιμάνια, πευκοδάση
κάστρα,
για μια διαλυμένη πόλη
γκρίζα,τερατώδη
για κάποιες μορφές της ιστορίας της
κάποια βουνά
και τρία τέσσερα ποτάμια.




Jose Emilio Pacheco
(μετάφραση Κρίτων Ηλιόπουλος στο βιβλίο του Paco Ignacio Taibo 2, "Όνειρα συνόρων")

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Λίγα λόγια για το μωσαϊκό


γράφει ο Μ

Μια πολυκατοικία μπορεί να είναι μωσαϊκό μιας κοινωνίας. Ή μάλλον είναι. Η δικιά μας πάντως είναι.

Στον 1ο μένουν φοιτητές. Η ζωή ξεκινάει μετά τις 3 το μεσημέρι.Το βράδυ ζωντανεύουν. Πόρτες ανοίγουν και κλείνουν, μουσικές, κιθάρες, φωνές. Ζωή. Μέχρι που ξυπνάνε τη γριά του 2ου. Βήματα μικρά και προσεχτικά, μυρίζει ναφθαλίνη και μούχλα. Δε μιλάει αλλά ξέρει να μαλώνει τους φοιτητές του 1ου.

Στον 3ο άλλοι γέροι. Η γριά εκεί δεν ακούει τίποτα. Πρώτα ανοίγουν όλοι οι άλλοι την πόρτα τους και μετά αυτή ανοίγει τη δικιά της (που δέχεται τα χτυπήματα από τον γέρο). Ο δε γέρος πάντα βρωμάει ούζο, δε θυμάται κανέναν και κάθε φορά που σε πετυχαίνει στο ασανσέρ κάνει έλεγχο: "Πού πάτε;", ρωτάει με το ύφος του παλιού της πολυκατοικίας. Λες και του ανήκει. Πόσες φορές μου'ρθε να του απαντήσω: "Εκεί που θα πας εσύ σύντομα-στο διάολο".

Στον 4ο μένει μια άλλη γριά. Κωλόγρια. Όταν μιλάει νομίζεις ότι τσιρίζει. Θάβει τους πάντες σε όλη την πολυκατοικία και δε σε αφήνει να πεις κουβέντα όταν μιλάει αυτή. Το καλύτερο φτυάρι βέβαια είναι η κόρη της. 60αρα, δημόσια υπάλληλος, θρησκόληπτη με μακριά φούστα ως τον αστράγαλο και κότσο τα μαλλιά η οποία έχει μείνει στο ράφι. Δεν της ξεφεύγει τίποτα και για ό,τι στραβό συμβαίνει στην πολυκατοικία κατηγορεί την ξαδέρφη της και τον άντρα αυτής που μένουν στον 7ο. Αυτοί βέβαια διατηρούν τη διαμάχη, γιατί δεν έχουν τίποτα άλλο να κάνουν στη ζωή τους. Μπαίνουν στο ασανσέρ και βρωμάν μασχαλίλα, τσιρίζουν όταν μαλώνουν και τους ακούει όλη η πολυκατοικία, τσιγγουνεύονται σε όλα και ξεσπούν συχνά πυκνά στην πιο νεαρή κόρη τους. Η πιο μεγάλη δεν τους άντεξε και τους παράτησε.

Ξαναγυρνάμε στον 5ο όροφο που αφήσαμε. Εκεί μένει η εκπαιδευτική κοινότητα της πολυκατοικίας. 3 δασκάλες, φιλόλογες ή κάτι τέτοιο. Σκάνε με κάτι ταγάρια και ποδήλατα και η μία είναι σίγουρα κομουνίστρια. Την έχω πετύχει με μια εφημερίδα με σφυροδρέπανο. Μία από αυτές κάνει σεξ φωνασκόντας με άνεση, αλλά ακόμα δεν έχω εντοπίσει ποια είναι. Ένας τύπος που φεύγει βράδυ και γυρνάει πρωί πρέπει να είναι είτε ο αδερφός της μιας είτε ο υπεύθυνος για τις φωνές. Ή μπορεί να υπάρχουν και 2...

Στον 6ο μένει μια μεγάλη μορφή. Ρεμπέτης, στιχουργός και τραγουδιστής. Γυρνάει ξημερώματα, ξυπνάει πρωί. Όποτε με πετυχαίνει μου τραγουδάει τους καινούριους του στίχους. Ακόμα και σε φωτιά που είχε πιάσει στην πολυκατοικία, αυτός τα τραγούδια του μου έλεγε. Στον 6ο μένει επίσης μια φοιτήτρια, αλλά αυτή πρέπει να είναι μεγάλο έτος και είναι και δεσμευμένη, γιατί ούτε έξω βγαίνει το βράδυ και ο (πιθανότατα) αρραβωνιαστικός της γυρνάει από τη δουλειά κάθε μέρα την ίδια ώρα.

Μόνο ο δικός μου όροφος είναι φυσιολογικός, γιατί μένω εγώ. Εγώ απλά τους παρατηρώ όλους και σας τους περιγράφω.

Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Στα θρανία πάλι...

Κάθε Σεπτέμβρη, σαν ανοίγουν τα σχολεία
στις συνοικίες οι γυναίκες μπαίνουν στα χαρτοπωλεία
κι αγοράζουν σχολικά βιβλία και τετράδια για τα παιδιά τους.
Απελπισμένες ψάχνουν στα τριμμένα τσαντάκια τους
και την τελευταία δεκάρα, όλο παράπονο...
που η γνώση είναι τόσο ακριβή.
Κι όμως μήτε που υποπτεύονται, πόσο κακή είναι η γνώση...
που προορίζεται για τα παιδιά τους

Bertolt Brecht

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

Κι όλο κλαις...

κι όλο κλαις...


Κι όλο μιλάς. Σκάσε πια. Άνοιξ’ το παράθυρο και δες.
Τι σε νοιάζει αν βρέχει; Ας είναι. Χόρεψε στη βροχή.
Μόνη σου δεν βλέπεις, γι’ αυτό κλείσε τα μάτια και δες. Δες ότι θες με μάτια κλειστά, βλέφαρα που τρεμοπαίζουν. Πάψε πια και δες αυτό που υπάρχει.
Τρέχα, ναι στη βροχή! Πιο γρήγορα και πέσε. Και αν χτυπήσεις; Ξανατρέχα πιο γρήγορα και αγάπα πιο δυνατά και μύρισε, ρούφα το παραμύθι σου. Πάρε τη γεύση μόνο με μεγάλες, πολύ μεγάλες μπουκιές.
Λάτρεψε. Ότι σε πληγώνει και ότι σε πυρώνει.
Γαμώτο. Χαμογέλα.


Παπαδημητρίου Κατερίνα (από τη θεατρική παράσταση "Αντέχεις;" της Θεατρικής Ομάδας Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης, Μάιος 2010)


http://www.flickr.com/photos/51686879@N03/4971002966/

Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010

Μην τη φοβάσαι...


γράφει ο Μ


Μια αγκαλιά μέσα στον ύπνο.

Ένα χαμόγελο το πρωί.

Ένα φιλί πάνω στη χαρά.

Μια συζήτηση.

Ψυχική ηρεμία.

Αγάπη λέγεται. Μην τη φοβάσαι...

Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2010

Θέλω...

γράφει ο Μ


Θέλω να έρθει ένας αέρας, ένας διαολεμένος αέρας και να μην αφήσει τίποτα.
Να τα πάρει όλα στο διάβα του. Ανθρώπους και πράματα.

Και θέλω να έρθει μια βροχή, να ανοίξουν οι ουρανοί, να πάρει όλη τη βρώμα που'χει κάτσει σε αυτή τη γη.

Κ' ύστερα θέλω η φωτιά, μπλε και κίτρινη φωτιά, να κάψει ό,τι έχει μείνει.

Η γη να ξαναφτιάξει τη ζωή από την αρχή. Να ξαναγεννηθεί αυτός ο τόπος.
Γιατί έτσι όπως είναι δεν αξίζει να ζει.

Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2010

έχουν τ' όνομά της

έχουν τ' όνομά της

Να μ΄αγαπάς.
Κι όταν κάποτε ξαναγυρίσω
βαστώντας σαν ένα μεγάλο μπόγο την καρδιά μου
θα καθίσουμε στα φαγωμένα σκαλοπάτια.
Δεν σ΄αρέσουν πια τα ροζιασμένα μου χέρια- θα πω.
Θα χαμογελάσεις και θα σφίξεις τα χέρια μου.
Εν άστρο θα κουδουνίσει στο βρεγμένο ουρανό.
Μπορεί
και να κλάψω.

Τάσος Λειβαδίτης


http://www.flickr.com/photos/51686879@N03/4947824460/

Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Διάλογος σε τοίχο

-Σε σκέφτομαι...

-Δεν αφήνεις κατά μέρος αυτές τις τηλεπαθητικές μαλακίες?

Ο δρόμος

Ειν’ ένας δρόμος μακρύς και σιωπηλός.

Βαδίζω στο σκοτάδι και παραπατώ και πέφτω

και σηκώνομαι και με πόδια τυφλά πατώ πέτρες βουβές και ξερά φύλλα

και κάποιος πίσω μου κάνει το ίδιο:

αν σταματήσω, σταματάει

Αν τρέξω, τρέχει. Στρέφομαι κανείς.

Τα πάντα σκοτεινά και δίχως έξοδο

και στρίβω και ξαναστρίβω σε γωνιές που πάντα βγάζουνε στο δρόμο

όπου κανένας δεν περιμένει, δε μ’ ακολουθεί

όπου εγώ ακολουθώ κάποιονε που παραπατά και που σηκώνεται και λέει βλέποντας- με: κανείς"


Οκτάβιο Παζ-Ο δρόμος.

Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

Αντέχω...

Όταν ξυπνάω δε σκέφτομαι. Σηκώνομαι. Φεύγω. Όταν κοιμάμαι τα σκέφτομαι όλα. Τι έκανα σήμερα. Τίποτα. Με ποιον έκανα αυτό το τίποτα. Με κανέναν. Αυτό είναι χειρότερο. Αυτό σκέφτομαι πριν κοιμηθώ. Με κανέναν. Θέλω όταν κοιμάμαι να έχω μία κουβέρτα μαζί μου. Να την τυλίγω σφιχτά γύρω απ’ τους ώμους μου, το κορμί μου, τα πόδια μου. Απλά για να αισθάνομαι ότι κάτι είναι γύρω μου. Με τυλίγει. Μ’ αγκαλιάζει. Η ψευδαίσθηση της ανθρώπινης δικής μου επαφής είναι μία κουβέρτα. Μπράβο. Δεν κρυώνω απλά θέλω κάτι ν’ αγγίζω. Κάποιον ν’ αγγίζω και να μ’ αγγίζει. Το πρωί ξυπνάω ξεσκέπαστος.


Παύλος Παυλίδης

Πέμπτη 12 Αυγούστου 2010

Περί πολυγαμίας ο λόγος


γράφει η Β


Ο άνθρωπος από τη φύση του είναι ον πολυγαμικό, το αλκοόλ φέρνει κέφι και ευφορία, το χασίς δεν προκαλεί βιολογκή εξάρτηση και είναι μια ευγενική προσφορά της φύσης προς τον άνθρωπο. Επιπλέον το κάπνιζαν κι οι Ινδιάνοι που κάτι ήξεραν παραπάνω.

Όλα τα παραπάνω ισχύουν στη διατύπωσή τους και δύσκολα μπορεί κανείς να διαφωνήσει, όμως πώς μεταφράζονται και μεταγράφονται στις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες; Ας το δούμε στην παρούσα κοινωνική πραγματικότητα: μεγαλώνουμε σε συνθήκες ατομικισμού και απομόνωσης, διαμορφωνόμαστε στην οικογένεια, όπου οι σχέσεις υποφέρουν από τάσεις κακής καθοδήγησης και επιβολής και από παιχνίδια εξουσίας. Στη συνέχεια το σχολείο συστηματοποιεί και οργανώνει αυτήν την ανταγωνιστικότητα και τους μεροληπτικούς διαχωρισμούς. Για να μη μακρηγορώ, στο πλαίσιο αυτών των κοινωνικών δομών τι ακριβώς βαφτίζει κάποιος «πολυγαμία» ή σεξουαλική ελευθεριότητα; Μήπως δεν είναι τόσο βιολογικά αγνό ή ρομαντικά αναρχικό όσο ακούγεται; Μήπως κρύβει ατροφική αυτοεκτίμηση και καλύπτει την ανάγκη ναρκισσισμού και επιβεβαίωσης; Η διαδοχική επίτευξη σεξουαλικών στόχων τροφοδοτεί το αδύναμο ηθικό. Οπότε πολύ συχνά τα όρια μεταξύ του αναρχικού που κάνει «αδέσμευτο ελευθεριακό σεξ» και του τρέντι κάγκουρα που νιώθει «πολύ άντρας» ρίχνοντας άλλη κάθε βράδυ είναι δυσδιάκριτα και υποκρύπτονται παρόμοιες ψυχολογικές ανασφάλειες (βαθιά μοναξιά, φόβος αποτυχίας επικοινωνίας κλπ) τη στιγμή μάλιστα που η κοινωνία πριμοδοτεί τον άντρα γι’ αυτή τη συμπεριφορά. Οπότε το θέμα είναι πολύ πιο πολύπλοκο από το «φόβο της δέσμευσης και της σχέσης» γιατί και η επαφή μιας νύχτας –για να αποφύγουμε τους τεχνητούς ιδεαλιστικούς διαχωρισμούς περί συναισθηματικού ή σαρκικού σεξ κι αυτή την ηλίθια διάκριση «άλλο σεξ κι άλλο έρωτας»- σχέση είναι. Κριτήριο υγιούς συσχετισμού δύο ανθρώπων δεν είναι η διάρκεια, αλλά η αμοιβαία επίγνωση της προσέγγισης του άλλου, ο οποίος είναι ένας ολόκληρος κόσμος με σώμα, σκέψη, νοοτροπία, συνήθειες, όλα διαπλεκόμενα και αξεδιάλυτα, όλα υπαρκτά και υλικά. Υγιές είναι να υπάρξει επικοινωνία και αλληλεπίδραση και ανταλλαγή (σε επιφάνεια ή σε βάθος ανάλογα και με το χρόνο). Να υπάρχει το δεδομένο του σεβασμού του άλλου και η ισότιμη αντιμετώπισή του και όχι η «ανώριμη», εγωιστική εργαλειοποίησή του και ικανοποίηση εφηβικών απωθημένων.

Οπότε, παρότι δύσκολο, ας αποφύγουμε τις ταμπέλες και τα έτοιμα σχήματα, ας μην απομονώνουμε μια έννοια από το κοινωνικό και ιστορικό της περιβάλλον, από την ίδια τη ζωή και το αδιάκοπο γίγνεσθαι.


Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Σαν παλιό σινεμά

γράφει η Β


Μετά την επέλαση της 3D οθόνης (βλέπε Avatar) ποιος να το περίμενε ότι θα νοσταλγούσαμε τις αμερικάνικες αισθηματικές κομεντί της δεκαετίας του ’90. Που έχουν λόγο και αισθαντικότητα, που όλα παίζονται σε ένα βλέμμα του Ντε Νίρο και την παράσταση κλέβουν οι διάλογοι: μεστοί και χαριτωμένοι, ψυχογραφικοί και οικείοι, νευρωτικοί και αστείοι. Γιατί σινεμά δεν είναι τα οπτικά και ηχητικά εφέ, ούτε η ψευδαίσθηση της τρισδιάστατης κίνησης –αν θέλω να δω τρισδιάστατη κίνηση πάω στο θέατρο και αν θέλω να τη νιώσω στα συγκρουόμενα ( πόσο fake να αντέξει κανείς στο φαντασιακό του 21ου αιώνα…) Σινεμά είναι το παιχνιδιάρικα γοητευτικό βλέμμα του Μπρους Γουίλις, το μελαγχολικό του Αλ Πατσίνο, οι ντελικάτες κινήσεις της Μισέλ Πφάιφερ, οι αδέξιες της Μέριλ Στριπ. Είναι η ψυχική και πνευματική ανακίνηση, τα μικρά και μεγάλα ερωτηματικά των ανθρώπινων σχέσεων και όχι ο φτηνός και εύκολος εντυπωσιασμός των αισθήσεων που μπορεί να σου προξενήσει και ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι. Το σινεμά είναι απλό και πολύτιμο όπως η καθημερινότητά μας. Ούτε βαρύ, ούτε ελαφρύ, όπως είναι η ζωή.

Για το όνομα

γράφει η Β


Καταρχήν το όνομα του μπλόγκ ουδεμία σχέση έχει με το γνωστό τηλεοπτικό σήριαλ. Απλά οι ιδρυτές του στεγάζονται στην ίδια πολυκατοικία, μοιράζονται αρκετό από τον χωροχρόνο τους, γίνονται μάρτυρες και ενίοτε πρωταγωνιστές σε ιστορίες καθημερινής τρέλας με ισχυρή δόση βαλκανικού σουρεαλισμού. Δε θα γινόταν και διαφορετικά σε μια πολυκατοικία όπου μεταξύ των ενοίκων είναι μια τρελή και μια γεροντοκόρη - κάθε πολυκατοικία που σέβεται τον εαυτό της διαθέτει τα ξεχωριστά αυτά ανθρώπινα είδη που ευδοκιμούν στην ελληνική πραγματικότητα- επίσης ένας 50αρης χήρος ρεμπέτης. Με λίγα λόγια ένας μικρόκοσμος του μικρόκοσμου που λέγεται Ελλάδα, του μικρόκοσμου που λέγεται πλανήτης Γη μες στο τεράστιο απύθμενο σύμπαν!



Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

Η σκιά της σκιάς

Θα μ’ άρεσε να ’χα ταξιδέψει σε όλα τα καράβια που φόρτωσα, σε όλα τα καράβια μ’ όλους εκείνους τους επιβάτες που βοήθησα ν’ αποβιβαστούν, κουβαλώντας βαλίτσες γεμάτες πολύχρωμες ετικέτες ξενοδοχείων, τελωνείων, σιδηροδρομικών γραμμών. Θα μ’ άρεσε να ’χα ανέβει σ’ αυτούς τους άσπρους όγκους που λαμποκοπάνε στον ήλιο και να ’χα φύγει.

Εγώ δεν είμαι από δω. Δεν είμαι απ’ αυτή τη γη όπου γεννήθηκα. Και στη ζωή μαθαίνεις, μαθαίνει αυτός που θέλει να μάθει, ότι κανένας δε είναι από κει που γεννήθηκε, από κει που τον μεγάλωσαν. Ότι κανένας δεν είναι από πουθενά. Μερικοί προσπαθούν να συντηρήσουν τις αυταπάτες και δημιουργούν νοσταλγίες, ιδιοκτησίες, ύμνους και σημαίες. Ανήκουμε όλοι στους τόπους που δεν γνωρίσαμε. Αν υπάρχει νοσταλγία, είναι για τα πράγματα που ποτέ δεν είδαμε, για τις γυναίκες που μαζί τους δεν κοιμηθήκαμε κι ούτε ονειρευτήκαμε και για τους φίλους που δεν αποκτήσαμε ακόμα, τα βιβλία που δεν διαβάσαμε, τα φαγητά που αχνίζουν στη χύτρα κι ακόμα δεν τα δοκιμάσαμε. Αυτή είναι η αληθινή νοσταλγία, η μοναδική.

Και μαθαίνεις ακόμα πως κάποια στιγμή ο δρόμος στράβωσε, και πως τα πράγματα δεν θα ’πρεπε να ’ναι έτσι. Κανένας δεν θα ’πρεπε να τρώει ρύζι με μαμούνια και μισοσαπισμένο καλαμπόκι στις περιοχές με τα διυλιστήρια, πληρώνοντας τρεις φορές πάνω την τιμή τους γιατί τα μαγαζιά τα διαχειρίζονται οι εταιρείες, κανένας δεν θα ’πρεπε να παλεύει μες στη βροχή για να κλείσει τις βαλβίδες στο φρέαρ επτά, να τσαλαβουτάει στη λάσπη της ζούγκλας με τους αγωγούς, να βολοδέρνει με το τρυπάνι μες στους βάλτους, ν’ ανατινάζει με δυναμίτη, να κοιμάται στο υγρό έδαφος, να του βγαίνει η ψυχή την ώρα που ο εργοδηγός τρώει ζαμπόν και βούτυρο από δυο κονσέρβες που εμείς τις μεταφέραμε μέχρις εκεί. Και το αφεντικό ακόμα πιο μακριά από μας, να κοιμάται σε κρεβάτι δίχως να μας ξέρει, δίχως ν’ αναγνωρίζει πως από μας πηγάζει όλη του η ευημερία κι η εξουσία, δίχως να μαντεύει πως εμείς είμαστε τα μυρμήγκια που σπρώχνουν με τους ώμους τους την άνοδο των μετοχών του στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.

Γι’ αυτό δεν θέλω ν’ ανέβω σ’ αυτά τα άσπρα, τ’ αστραφτερά καράβια, γιατί θα ’πρεπε να πληρώσω τα όνειρά μου δουλεύοντας έντεκα ώρες τη μέρα καμαρότος, γυαλίζοντας στις σκάλες τις στιλπνές μπρούντζινες σκουπαστές, ιδρώνοντας στις κουζίνες μες στους ατμούς. Γι’ αυτό τα καράβια είναι μακριά, κι εγώ τα βλέπω να έρχονται και να φεύγουν απ’ όλα τα λιμάνια, απ’ όλα τα όνειρα, απ’ όλες τις νοσταλγίες.

Paco Ignacio Taibo 2, "Η σκιά της σκιάς"

Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

Περί κρεοπωλείων, μανάβικων κτλ.

Δε μου αρέσουν και πολύ οι παραλίες. Πάλι καλά που με υποστηρίζει και ο παναγιώτατος Άνθιμος. "Υπαίθρια κρεοπωλεία" τα αποκάλεσε μια από αυτές τις μέρες. Πες τα ρε τράγο! Πες τα γαμώ τον ελληνορθόξο ταλιμπανισμό! Εμείς είμαστε των βουνών. Σεξ μέσα στα πλατάνια που έχει και δροσιά, να παίρνουμε αέρα. (Ουστ στο διάλα τραγόπαπες. Να πάρετε και το παγκάρι μαζί σας στην κόλαση)

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Τα τελευταία μπάνια του λαού

Κυριακή. Και η πόλη είναι άδεια. Όλοι στις παραλίες για κάνα μπανάκι. Μάλλον έχουν αρχίσει οι υποψίες. Οι υποψίες ότι αυτές θα είναι οι τελευταίες διακοπές. Γιατί από Σεπτέμβρη χρειάζονται λεφτά για πετρέλαιο. Ό,τι προλαβαίνετε από μπάνια τώρα...Και έχει και μια γαμημένη ζέστη σήμερα... Μήπως να πήγαινα και γω για μπάνιο;

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

4:14 μμ

Μουντός καιρός, καφές, δουλειά στον υπολογιστή. Ραδιόφωνο, κρίση, ΔΝΤ, τρομοκρατία. Σκέψεις για το τώρα, για το αύριο, για το αν θα τα βγάλουμε πέρα στο άμεσο μέλλον. Σκέψεις για το αν είναι ακίνδυνο πλέον να κατεβαίνει κάποιος σε πορεία αυτόν τον καιρό, αυτήν την εποχή της κρίσης, του Γιωργάκη και του Χρυσοχοίδη. Κατέβηκε ο άλλος με τα μαλλιά τα ράστα και τον έπιασαν. Πού πας και συ με τέτοια μαλλιά; Τρομοκράτη. Αναρχικέ. Ναρκομανή. Κάτσε τώρα στη φυλακή έτσι. Για να καταλάβετε όλοι ότι πρέπει να φοβάστε στην πορεία. Πρέπει να τρέμετε. Τρομοκρατία; Όχι. Ασφάλεια λέγεται. Ασφάλεια εν καιρώ κρίσης, ανέχειας, επικείμενου ξεσπάσματος. Ασφάλεια μετά από έναν Δεκέμβρη που φόβισε ολόκληρη Ευρώπη.

Και σκέφτομαι... πόση δύναμη πρέπει να έχει κανείς να είναι στους 4 τοίχους επειδή δεν άρεσε το μαλλί του στον μπάτσο; Πόσο να φουντώνει η αδικία και η οργή μέσα του; Εδώ φουντώνει σε μένα...

Θεσσαλονίκη 4:33 μμ.

Μάριε δεν είσαι μόνος.